Γιαπωνέζος

Γιαπωνέζος
ο , Γιαπωνέζοςα η япон|ец, -ка

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "Γιαπωνέζος" в других словарях:

  • Καουαμπάτα, Γιασουνάρι — Γιαπωνέζος συγγραφέας. Βλ. λ. Καβαμπάτα, Γιασουνάρι …   Dictionary of Greek

  • Ιάπωνας — ο, θηλ. ίδα και Γιαπωνέζος, α ο κάτοικος τής Ιαπωνίας …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»